Menu
ΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ
Menu
..
Καλωσορίσατε στη διαδικτυακή έκδοση της ατομικής έκθεσης της Ντίας Μάνεση “Νόμιμη Μοίρα”.
τη νεότερη έκθεση της, η εικαστική δημιουργός παρουσιάζει τρεις διακριτές σειρές έργων της με ζωγραφική πάνω σε plexiglass.
Η έκθεση διερευνά όσα δεν κατοχυρώνονται με νόμο: μνήμες, ίχνη και βιώματα που επιμένουν ως η άγραφη, ανεπίσημη κληρονομιά του εαυτού.
Συμμετέχει η χορεύτρια και χορογράφος Αγγελική Μουτσοπούλου πλαισιώνοντας τα έργα με κίνηση.
Την έκθεση υποστηρίζει οργανωτικά η ARTgrID,
και επιμελείται ο Πάρης Καπράλος.
Νόμιμη μοίρα: το ελάχιστο ποσοστό της περιουσίας του κληρονομουμένου,
το οποίο ο νόμος επιφυλάσσει υποχρεωτικά υπέρ ορισμένων στενών συγγενών του
(καλούμενων αναγκαίων κληρονόμων), ακόμη και αν υπάρχουν αντίθετες διατάξεις στη διαθήκη.
Η νόμιμη μοίρα δεν συνιστά αυτοτελές δικαίωμα στην κληρονομιά,
αλλά προστατεύει τον αναγκαίο κληρονόμο από τυχόν
πλήρη αποστέρησή του λόγω διαθήκης
ή χαριστικών παροχών του διαθέτη.
Το έργο της Ντίας Μάνεση αναπτύσσει μια ζωγραφική σκέψη που οργανώνει το βλέμμα σε συνθήκες μετατόπισης, χρονικότητας και εμπλοκής. Η επιλογή των υλικών, ο τρόπος κατασκευής και η σύνθεση ενεργοποιούν τη συμμετοχή του θεατή σε ένα πολυεπίπεδο περιβάλλον. Οι μορφές λειτουργούν ως εστίες εμπειρίας, εντάσσοντας την παρατήρηση σε ένα πεδίο αισθητικής και στοχαστικής συνομιλίας.
Η ενότητα των έργων που παρουσιάζονται στην έκθεση της Ντίας Μάνεση υπό τον γενικό τίτλο “Νόμιμη Μοίρα” συγκροτούν έναν ζωγραφικό κόσμο στον οποίο η εικόνα εκτείνεται στον χώρο και η εμπειρία του βλέμματος αποκτά διάρκεια και κίνηση. Η χρήση του Plexiglas ενισχύει αυτή τη δυναμική μέσα από διαδοχικές ζωγραφισμένες επιφάνειες, οι οποίες λειτουργούν σε αλληλεξάρτηση. Η αφήγηση αναπτύσσεται μέσα από τα στρώματα, καθώς κάθε διαφάνεια συμμετέχει στη συνολική σύνθεση. Ο θεατής περιηγείται ανάμεσα στις διαστάσεις της εικόνας και παρατηρεί τη ζωγραφική γραφή να ενεργοποιείται από το φως και τη θέση στο χώρο.
Η καλλιτέχνης αναπτύσσει μια θεματολογία που συνδέεται στενά με την έννοια της προσωπικής και συλλογικής κληρονομιάς. Οι μορφές που αναδύονται μέσα από τις συνθέσεις παραπέμπουν σε σωματικά αποτυπώματα, φαντάσματα καθημερινότητας, στίγματα μιας εμπειρίας που δεν έχει σταθερά όρια. Η εικόνα γίνεται πεδίο συνεχούς διαπραγμάτευσης με τον χρόνο. Ο χώρος λειτουργεί ως εργαλείο αφήγησης και ενεργοποιεί τη σκέψη του θεατή γύρω από τη μνήμη, το τραύμα, την επιθυμία για συνέχεια ή μεταμόρφωση.
Η κάθε σύνθεση διαμορφώνει ένα οπτικό και εννοιολογικό πεδίο με έντονη ρυθμικότητα και λεπτομέρεια. Οι έννοιες της μοίρας, της καταγωγής, της ανάγκης για αντίσταση και του ορίου ανάμεσα στην επιβίωση και την ελευθερία εκφράζονται με τρόπο που δίνει βαρύτητα στις υλικές και εικονιστικές σχέσεις. Η εικονοποιία λειτουργεί ως πεδίο εγγραφής εμπειριών και ταυτόχρονα ως πεδίο σκέψης.
Οι συνθέσεις της Μάνεση συνδέουν τις ιστορικές αναφορές με την επιμονή στην προσωπική μαρτυρία. Η ζωγραφική μετασχηματίζεται σε πεδίο που διαχειρίζεται εντάσεις και παρακαταθήκες. Η εικόνα εγγράφεται στον χώρο, αποκτά ρυθμό και μετατοπίζει τις παραδοσιακές σχέσεις ανάμεσα στην όραση και στην ερμηνεία. Η σύνθεση διαμορφώνεται ως φορέας μνήμης και η εμπειρία του έργου ενεργοποιείται από την πολλαπλότητα των οπτικών και των αφηγηματικών του σημείων. Η ζωγραφική αναδεικνύεται ως εργαλείο ανάγνωσης της ταυτότητας, της απώλειας και της ανάγκης για ερμηνεία.
Μέσα από τη διαδοχική και στοχαστική κατασκευή της, η εικόνα αποκτά διάρκεια και εντάσσεται στην ιστορική συνέχεια της σύγχρονης τέχνης με συνέπεια και εκφραστική πληρότητα. Η ζωγραφική πρακτική της Μάνεση εντάσσεται στις σύγχρονες διερευνήσεις που επεκτείνουν το πεδίο της εικόνας προς τον χώρο. Οι συνθέσεις ακολουθούν τη λογική της εγκατάστασης και διαμορφώνουν δομές που ξεπερνούν την επιφάνεια του πίνακα, φέρνοντας τον θεατή σε άμεση σχέση με την υλικότητα του έργου.
Η τεχνική επιλογή του Plexiglas επιτρέπει στη ζωγραφική να ενσωματώσει το φως, την προβολή, τη διάθλαση και να προτείνει έναν διαφορετικό τρόπο πρόσληψης της εικόνας. Η αφήγηση προκύπτει μέσα από χρονικές αλληλουχίες, εσωτερικά επίπεδα και διασταυρώσεις βλέμματος. Περεταίρω, προσδίδει στα έργα μια ιδιότυπη υλικότητα που στηρίζεται στη διαφάνεια, την αντανάκλαση και την αλληλουχία. Οι διαδοχικές επιφάνειες οργανώνονται με ακρίβεια και δημιουργούν έναν εσωτερικό ρυθμό. Το βλέμμα του θεατή αποκτά κατεύθυνση, παύσεις και εναλλαγές, καθώς κινείται μέσα από τα ζωγραφισμένα στρώματα.
Η εικαστική αυτή επιλογή παραπέμπει στις κατευθύνσεις της expanded painting που διαμορφώθηκαν ήδη από τα τέλη του 20ού αιώνα και συνεχίζουν να εξελίσσονται ως ζωγραφικές πρακτικές με εγκαταστασιακό χαρακτήρα. Η εικόνα αποκτά βάθος μέσα από τις πολλαπλές επιφάνειες και εισέρχεται στο πεδίο του χρόνου, της εμπειρίας και της διαμεσολάβησης. Η ζωγραφική δεν παραμένει στο πεδίο του πλάνου αλλά δημιουργεί έναν χωρικό μηχανισμό, στον οποίο η μνήμη αποτυπώνεται με στρωματώσεις, με λεπτομέρειες και με υλικό βάρος.
Τα στοιχεία αυτά οδηγούν το έργο στα χωρικά υβριδικά πεδία της μετα-ζωγραφικής σύγχρονης πρακτικής. Μπορούμε να το εντάξουμε στο πλέγμα της «Mixed Media» ζωγραφικής (όπου ο ζωγραφικός πίνακας γίνεται αντικείμενο / υβρίδιο), καθώς και στην τάση της δεκαετίας του 2000 και μετά για διάσπαση της επίπεδης εικόνας σε ζωγραφική που διευρύνεται σε τρίτη διάσταση, σε «painting-as-object». Η πράξη του να τοποθετείται κάθε έργο σε πλαστικό κουτί από Plexiglas μετατρέπει τη ζωγραφική σε «εγκατάσταση μικρού μεγέθους»· η στοιχειώδης μετακίνηση / αλλαγή γωνίας θέασης ανανεώνει την εμπειρία.
Έτσι το έργο μπορεί να συνδεθεί με ρεύματα όπως η «post-painting» ζωγραφική (η ζωγραφική που εξετάζει και υπερβαίνει τον παραδοσιακό πίνακα), η «installation-oriented painting» και η ζωγραφική με «χώρο/χρόνο» προς αποτύπωση. Το έργο δεν είναι μόνο εικόνα αλλά χώρος σκέψης, κοινωνίας και χρόνου. Το εικαστικό αποτέλεσμα υπερβαίνει τη στατικότητα της εικόνας και προσφέρει μια εμπειρία ανοιχτή σε ερμηνείες και στοχασμούς. Το έργο προτείνει έναν τρόπο ύπαρξης που συνδέει τη μνήμη με την υλικότητα και τη ζωγραφική με τον χωρικό στοχασμό. Η αναμέτρηση με το φως, τον χρόνο και τη φόρμα δημιουργεί ένα δυναμικό σύστημα εικόνας, μέσα στο οποίο ενεργοποιούνται νέες δυνατότητες αντίληψης.
Πάρης Καπράλος -Επιμελητής Τέχνης
Η έκθεση «Νόμιμη Μοίρα» διερευνά την έννοια της κληρονομιάς -όχι μόνο της υλικής, αλλά κυρίως της άυλης: τους ρόλους, τους φόβους, τις μνήμες και τα ένστικτα που περνούν από γενιά σε γενιά και διαμορφώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Οι μορφές, συχνά γυμνές και απογυμνωμένες από ρόλους, κινούνται ανάμεσα στη μνήμη και στη λήθη, στη συνήθεια και στην επανάσταση, στη συνέχεια και στη ρήξη.
Η οικογένεια αποτελεί κεντρικό σημείο αναφοράς. Στις «οικογενειακές φωτογραφίες», οι άνθρωποι στέκονται μέσα σε μια τελετουργία που μοιάζει γνώριμη αλλά ταυτόχρονα αποστασιοποιημένη· η παρουσία ή η απουσία των παιδιών καθορίζει την ένταση ανάμεσα στην υποχρεωτική συνέχεια και στη διακοπή της. Η ανώνυμη νύφη, τα σιωπηλά παιδιά και οι γυμνές φιγούρες φωτίζουν την κατασκευή των κοινωνικών ρόλων και το βάρος που αυτοί μεταφέρουν.
Μορφές όπως η γιαγιά που πλέκει, η μητέρα με την κρυφή βέργα ή ο άνθρωπος που περιβάλλεται από φίδια αναδεικνύουν την αόρατη ισχύ των παραδόσεων. Το πλέξιμο, η πλάτη, τα φίδια λειτουργούν ως νήματα μνήμης και φόβου, ως σύμβολα της κληρονομιάς που άλλοτε ενώνει και άλλοτε περιορίζει. Η μοίρα εδώ δεν είναι δογματική· είναι ένα σύστημα που αναπαράγεται σιωπηρά και ζητά αναμέτρηση.
Παράλληλα, η φύση εμφανίζεται τεμαχισμένη, γεωμετρική ή υβριδική: ένα τοπίο που αναλύεται σε σχήματα, μια θάλασσα που συνυπάρχει με μια τίγρη, μια δίνη που ξεκινά και εξαφανίζει την ανθρώπινη μορφή. Η ανθρώπινη ανάγκη για οριοθέτηση συναντά την ακατάπαυστη ρευστότητα του φυσικού κόσμου, ενώ ταυτόχρονα υπονοείται ότι η μοίρα δεν είναι ούτε σταθερή, ούτε δεδομένη: είναι μια διαρκής διαπραγμάτευση.
Το θέμα της υλικής κληρονομιάς προσεγγίζεται μέσα από το κατεστραμμένο σπίτι, τις στοίβες χρυσού και τη φιγούρα που επιμένει να αγγίζει το πολύτιμο μέταλλο, σαν να αναζητά νόημα σε κάτι που την έχει ήδη εγκαταλείψει. Το έργο συνομιλεί με την ανθρώπινη επιθυμία για κατοχή, αλλά και με την εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην ασφάλεια και στην απώλεια.
Η βία και η υπακοή εμφανίζονται απογυμνωμένες από τον ηρωισμό τους. Συμμετρικές στρατιωτικές μορφές, στρατιωτάκια που εκπέμπουν σαπουνόφουσκες και απειλητικές σιωπές αποκαλύπτουν πώς ο πόλεμος κληρονομείται μηχανικά —ως συνήθεια, όχι ως επιλογή. Η έκθεση υπενθυμίζει ότι η «νόμιμη» μοίρα συχνά επιβάλλεται μέσα από σχήματα που κανείς δεν αμφισβήτησε.
Στον αντίποδα, έργα που σχετίζονται με τη μνήμη και τη λήθη δείχνουν τη δυνατότητα της μεταμόρφωσης. Τα λουλούδια που καλύπτουν το πρόσωπο, η μορφή που τρώει άνθη, οι κάκτοι που επιβιώνουν χωρίς νερό και οι πεταλούδες που συνεχίζουν τον κύκλο τους συνθέτουν έναν στοχασμό πάνω στην αντοχή της μνήμης και στον τρόπο που παραμένει, ακόμη και όταν αλλάζει μορφή.
Ωστόσο, το σώμα επιστρέφει πάντα στο κέντρο. Τα γυμνά σώματα που χορεύουν πάνω στα συντρίμμια είναι μια πράξη επιβίωσης, μια αρχέγονη υπενθύμιση ότι η ζωή επιμένει ακόμη και μετά την κατάρρευση. Το λιοντάρι και το πρόβατο ενσαρκώνουν τα ζωώδη ένστικτα που είτε ξεσπούν είτε ειρωνεύονται την ανθρώπινη σοβαρότητα. Η παιδική φιγούρα που αναχωρεί, κουβαλώντας ένα άψυχο παιχνίδι, γίνεται σύμβολο της απόστασης που ανοίγεται ανάμεσα σε αυτό που υπήρξε και σε αυτό που απομένει να γίνει.
Η έκθεση καταλήγει στη θάλασσα: μια άπειρη, ζωντανή επιφάνεια που δεν επιβάλλει μορφές· αντιθέτως, τις διαλύει. Είναι ο τόπος της απόστασης, αλλά και της καθαρής αρχής. Στο τέλος, η «νόμιμη μοίρα» δεν παρουσιάζεται ως καταδίκη. Αποκαλύπτεται ως ένα πλέγμα από σχέσεις -οικογενειακές, κοινωνικές, αρχέγονες- που μπορεί κανείς να αναγνωρίσει, να φέρει, να αμφισβητήσει και ίσως κάποτε να μεταμορφώσει.
Κατά τη διάρκεια των εγκαινίων, το κοινό είχε την ευκαιρία να ζήσει μια μοναδική εμπειρία μέσω μιας performance που εκτυλίχθηκε απρόσμενα στον χώρο, χωρίς προαναγγελία, με την τακτική του «αιφνίδιου πλήθους». Η δράση επιμελήθηκε και υλοποιήθηκε από τη χορεύτρια και χορογράφο Αγγελική Μουτσοπούλου, η οποία με την ευαίσθητη κινησιολογική της προσέγγιση πλαισίωσε τα έργα της έκθεσης. Στην performance συμμετείχαν επίσης οι Ειρήνη Κουρούβανη και Ευαγγελία Καρανάτση, δημιουργώντας μια ποιητική και σωματική διαδρομή ανάμεσα στα έργα που ενεργοποίησε τις αισθήσεις και ενίσχυσε τη βιωματική πρόσληψη της εικαστικής πρότασης.
Η Ντία Μάνεση είναι εικαστικός που ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Από το 2012 έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 25 ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σε πόλεις όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Βενετία, η Βιέννη και η Λεμεσός. Έχει σπουδάσει Χημεία και Κλασικό Μπαλέτο -δύο φαινομενικά αντίθετες περιοχές που τροφοδοτούν τη δουλειά της με μια ισορροπία ανάμεσα στην τεχνική ακρίβεια και τη σωματική, βιωματική σχέση με τον χώρο. Δημιουργεί κυρίως τρισδιάστατα ζωγραφικά έργα πάνω σε πλεξιγκλάς, αξιοποιώντας τη διαφάνεια, το φως και τη σκιά για να ενεργοποιήσει τη ματιά του θεατή. Οι μορφές της είναι συχνά συμβολικές, εικονοποιήσεις εσωτερικών καταστάσεων και αισθήσεων. Έργα της ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές και διατίθενται κυρίως μέσω εκθέσεων και κατόπιν παραγγελίας. Αναλυτικές πληροφορίες στην ιστοσελίδα της ΕΔΩ.
H Αγγελική Μουτσοπούλου έχει σπουδάσει Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και χορό στο Laban Center. Επίσης, Χοροθεραπεία στο Herefordshire University και Yoga στο Sivananda Center. Έχει ειδικευτεί στο σύγχρονο χορό, στον αυτοσχεδιασμό και στη σωματική έκφραση. Διδάσκει χορό και γιόγκα σε διαφορετικές ομάδες. Έχει πραγματοποιήσει 5 παραστάσεις στο Λονδίνο ως χορεύτρια και χορογράφος. Στην Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει 11 παραστάσεις ως χορεύτρια και χορογράφος και έχει σκηνοθετήσει 8 παραστάσεις με εφηβικές θεατρικές ομάδες.
Ο Πάρης Καπράλος είναι Επιμελητής Τέχνης, Ιδρυτής & Συντονιστής της ARC -Art Revisited Collective, και συνεκδότης του Arts & Antiques CCR. Γεννήθηκε το 1975 και μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε Οικονομικά (Αθήνα) και Γραφικές Τέχνες (Staffordshire, Αγγλία). Εργάστηκε ως Δημοσιογράφος με εξειδίκευση σε θέματα Τεχνολογίας σε οικονομικές εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικά πρακτορεία ειδήσεων (1999-2006), ως στέλεχος διοργάνωσης σε επιχειρηματικά συνέδρια του κλάδου της Πληροφορικής & των Τηλεπικοινωνιών (2004-2011), και άλλαξε επαγγελματική πορεία στρεφόμενος στον χώρο της Τέχνης το 2011.Έχει επιμεληθεί και διοργανώσει περισσότερες από 200 εκθέσεις, εικαστικές δράσεις, projects και συμμετοχές εντός και εκτός Ελλάδας. Αναλυτικά στην ιστοσελίδα του ΕΔΩ.
Η Chili Art Gallery ιδρύθηκε το 2010 και βρίσκεται στο Θησείο δίπλα στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων «Μελίνα», μια ανάσα από το πιο ζωντανό σημείο της πόλης, το Γκάζι. Αποτελεί έναν πολιτιστικό χώρο, όπου οι φιλότεχνοι και το κοινό γενικότερα μπορούν να έρχονται σε επαφή με όλες τις μορφές της Σύγχρονης Τέχνης. Ζωγραφική, γλυπτική, κολλάζ/συνθέσεις, εγκαταστάσεις/κατασκευές, χαρακτική, φωτογραφία, παρουσιάζονται σε μηνιαία βάση με ατομικές και ομαδικές εκθέσεις και events. Αναλυτικές πληροφορίες στην ιστοσελίδα της ΕΔΩ.
Η ARTgrID είναι μία πλατφόρμα επαγγελματικών υπηρεσιών για τον κλάδο των εικαστικών τεχνών που ασχολείται συστηματικά με τη προβολή και προώθηση ποιοτικής σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης σε όλο τον κόσμο. Θεωρώντας τη Τέχνη καθολικό αγαθό, και το διαδίκτυο πολύτιμο πεδίο για τη διαφάνεια, τις ίσες ευκαιρίες και τη πρόσβαση στα αγαθά του Πολιτισμού, η πλατφόρμα παρέχει στους καλλιτέχνες νέους τρόπους προβολής, στους επαγγελματίες (Μουσεία, Χώρους Τέχνης, Επιμελητές /Διοργανωτές εκθέσεων, συμποσίων και φεστιβάλ εικαστικών) μετατροπή και φιλοξενία των εκθέσεων & εκδηλώσεων τους σε διαδικτυακές, και σε συλλογικότητες, ενώσεις, και καλλιτεχνικές ομάδες υπηρεσίες οργάνωσης προβολής και πωλήσεων, τόσο με τη διοργάνωση φυσικών εκθέσεων, όσο και μέσω ψηφιακών δράσεων.
Η εταιρεία διαθέτει δίκτυο συνεργατών υψηλής εξειδίκευσης σε καλλιτεχνικά, νομικά, επενδυτικά θέματα και σε ζητήματα εξειδικευμένης προβολής & επικοινωνίας στα εικαστικά πράγματα, γεγονός που της επιτρέπει να συστήνει στους φιλότεχνους νέους καλλιτεχνικούς ορίζοντες. Επιπλέον αναπτύσσει μέσω εξειδικευμένων συνεργατών περιεχόμενο και συμβουλευτικές υπηρεσίες προς αρχιτέκτονες, διακοσμητές και επαγγελματίες των κλάδων φιλοξενίας, εστίασης, και διοργανωτές εκδηλώσεων υψηλής αισθητικής.
Η ARTgrID είναι μία εταιρεία που ασχολείται συστηματικά με τη προβολή και προώθηση ποιοτικής τέχνης εικαστικών καλλιτεχνών από την Ελλάδα και τη Κύπρο σε όλο τον κόσμο. Όραμα μας είναι η ανάδειξη της νέας ελληνικής εικαστικής ταυτότητας στην Ελλάδα και τον κόσμο, και η διευκόλυνση συνεργιών με στόχο την ανάπτυξη της αγοράς. Πεπεισμένοι αφενός ότι η Τέχνη είναι βασικό και καθολικό αγαθό, και, αφετέρου ότι το διαδίκτυο αποτελεί πολύτιμο πεδίο για τη διαφάνεια, τις ίσες ευκαιρίες και τη πρόσβαση όλων, παρέχουμε στους καλλιτέχνες νέους τρόπους προβολής, στους επαγγελματίες (Μουσεία, Χώρους Τέχνης, Επιμελητές /Διοργανωτές εκθέσεων, συμποσίων και φεστιβάλ εικαστικών) μετατροπή και φιλοξενία των εκθέσεων και εκδηλώσεων τους σε ψηφιακές, και σε συλλογικότητες, ενώσεις, και καλλιτεχνικές ομάδες υπηρεσίες διοργάνωσης προβολής και πωλήσεων, τόσο με τη διοργάνωση φυσικών εκθέσεων σε όλη την Ελλάδα, όσο και μέσω ψηφιακών δράσεων. Την ομάδα μας αποτελούν συνεργάτες υψηλής εξειδίκευσης σε θέματα καλλιτεχνικά, νομικά, επενδυτικά, εξειδικευμένης προβολής & επικοινωνίας, διοργάνωσεων σχετικά με τις εικαστικές τέχνες, και εργάζεται σκληρά προκειμένου να προσφέρει σε καθέναν που θα εμπιστευτεί τις υπηρεσίες της ένα αποτέλεσμα που διακρίνεται για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Μέσω της ιστοσελίδας μας προσδοκούμε να επιτρέψουμε στους λάτρεις της τέχνης και στους συλλέκτες να εξερευνήσουν νέους καλλιτεχνικούς ορίζοντες, και να έρθουν σε επαφή με την αξιόλογη νέα ελληνική ταυτότητα της Τέχνης. Παράλληλα, μέσω ομάδας εξειδικευμένων συνεργατών παρέχουμε περιεχόμενο και συμβουλευτικές υπηρεσίες Τέχνης προς αρχιτέκτονες, διακοσμητές και επαγγελματίες των κλάδων φιλοξενίας, εστίασης, και διοργάνωσης εκδηλώσεων υψηλής αισθητικής.
© artgrid 2021